- ὀνομάζεται
- ὀνομάζωspeak of by namepres ind mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αλυσοειδής καμπύλη — Ονομάζεται έτσι η καμπύλη του επιπέδου με σχήμα της αυτό που παίρνει ένα ομοιογενές, ευλύγιστο και ανέκτατο νήμα, που κρέμεται ελεύθερα στο πεδίο της βαρύτητας από τα δύο του άκρα (φυσικά, τα σημεία στήριξης των άκρων του έχουν απόσταση μικρότερη … Dictionary of Greek
μεσαίωνας — Ονομάζεται γενικά Μ. η περίοδος της ευρωπαϊκής ιστορίας, που ορίζεται από την κατάλυση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (476) και την ανακάλυψη της Αμερικής (1492). Σχετικά με τη χρονολογική οροθέτηση του Μ. έχουν υποστηριχθεί και άλλες απόψεις … Dictionary of Greek
πρισματοειδές — Ονομάζεται έτσι κάθε πολύεδρο με δύο από τις έδρες του τυχόντα πολύγωνα (όχι αναγκαία με τον ίδιο αριθμό πλευρών) με τα επίπεδά τους παράλληλα (βάσεις) και οι άλλες έδρες είναι τρίγωνα ή τραπέζια. Η απόσταση των βάσεων ενός π. ονομάζεται το ύψος… … Dictionary of Greek
περμουτίτης — Ονομάζεται έτσι κάθε αργιλοπυριτικό άλας, που μοιάζει με φυσικό ζεόλιθο, στη χημική σύνθεση και στις ιδιότητες. Οι π. έχουν το γενικό τύπο Να2Ο . Α12Ο3 nSiO2 . mH2O, όπου η ποικίλλει από 1 10 και από 1 2. Είναι ικανοί ν’ ανταλλάσσουν ιόντα και… … Dictionary of Greek
πεταστή — Ονομάζεται έτσι ένας από τους χαρακτήρες ποσότητας, που χρησιμοποιείται στη σημερινή σημειογραφία της βυζαντινής μουσικής. Στο αρχαίο στενογραφικό σύστημα της βυζαντινής μουσικής, η π. είχε τη γραφή που έχει σήμερα, την ίδια αξία και ονομασία και … Dictionary of Greek
πετροχημεία — Ονομάζεται έτσι η επιστήμη, η τεχνική και η βιομηχανία των χημικών προϊόντων που παράγονται από το πετρέλαιο. Η π. παράγει όλα τα απλά ή σύνθετα σώματα, τα οποία προέρχονται, ολικά ή μερικά από πρώτες ύλες του εξάγονται από το πετρέλαιο ή το… … Dictionary of Greek
ταμίας — Ονομάζεται τ. εκείνος ο οποίος διευθύνει ένα ταμείο, ο αρμόδιος για την είσπραξη και πληρωμή χρημάτων καθώς και εκείνος, ο οποίος διαχειρίζεται την περιουσία συλλόγων, σωματείων, συνεταιρισμών κλπ. Κατά την αρχαιότητα ονομάζονταν ταμίαι… … Dictionary of Greek
χαμανισμός — Ονομάζεται έτσι η τέχνη και η θρησκεία των Χαμάνων, δηλαδή των μάγων, μάντεων και γοήτων, οι οποίοι εκμεταλλεύονται την ευπιστία των λαών της κεντρικής και ανατολικής Ασίας, Μογγόλων, Μαντζού, Οστιάκων και Τσουβάσων. Ο χ., πολλές φορές, συγχέεται … Dictionary of Greek
ανεμοπορία — Ονομάζεται έτσι η τεχνική της πτήσης με ανεμόπτερο και η σχετική με αυτήν οργάνωση. Αν εξαιρεθεί η απουσία του κινητήρα πρόωσης, η πτήση ενός ανεμόπτερου διέπεται από τους ίδιους νόμους της αεροδυναμικής οι οποίοι ρυθμίζουν την πτήση όλων των… … Dictionary of Greek
απαλειφή αγνώστου — Ονομάζεται α.α. μεταξύ μ εξισώσεων δοσμένου συστήματος η εύρεση συστήματος ισοδύναμου με το δεδομένο και στο οποίο μ 1 εξισώσεις δεν περιέχουν τον άγνωστο αυτόν. Η α.α. γίνεται μετρεις μεθόδους: α) με αντικατάσταση, κατά την οποία λύνουμε ως προς … Dictionary of Greek